1. Ο πρώτος έχει να κάνει με το γεγονός ότι πλέον το επίκεντρο της σύγκρουσης δεν βρίσκεται στο Βερολίνο ή στον Τρίτο Κόσμο, αλλά στα ρωσικά σύνορα, από τη Βαλτική και την Ουκρανία, μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα, όπου οι στρατιωτικές δυνάμεις του ΝΑΤΟ συνεχώς ενισχύονται.
Το ΝΑΤΟ χαρακτηρίζει ως δική του περιοχή την εν λόγω έκταση. Ποτέ στο παρελθόν, πλην της παραμονής της χιτλερικής εισβολής, ξένες στρατιωτικές δυνάμεις δεν είχαν συγκεντρωθεί τόσο κοντά στα ρωσικά σύνορα και τη δεύτερη σε μέγεθος πόλη της, την Αγ. Πετρούπολη.
Μοιραία η Μόσχα μεταφράζει τις κινήσεις αυτές ως επιθετική εναντίον της πολιτικής και κινείται ανάλογα, με ορισμένους στη Ρωσία να μιλούν ήδη για κατάσταση πολέμου με τις ΗΠΑ. Ακόμα και η άνευ αποδείξεων για την ώρα τουλάχιστον λεγόμενη ρωσική επέμβαση στις αμερικανικές εκλογές στη Ρωσία μεταφράζεται ως αμερικανική επιθετικότητα.
Φυσικά η ρωσική αντίδραση ενισχύει την πιθανότητα, εκούσια ή ακούσια, ξεσπάσματος θερμής σύγκρουσης. Η απόφαση των ΗΠΑ να ενισχύσουν με όπλα την Ουκρανία που μάχεται τους υποστηριζόμενους από τη Ρωσία αντάρτες μόνο κλιμάκωση μπορεί να επιφέρει.
2. Ο δεύτερος αφορά την Συρία όπου οι υποστηριζόμενες από τη Μόσχα δυνάμεις του Άσαντ βρίσκονται πολύ κοντά στην τελική επικράτησε κατά των αντικαθεστωτικών. Το Κρεμλίνο θεωρεί ότι οι ΗΠΑ ενισχύουν τις κατά του Άσαντ δυνάμεις, γεγονός που γεννά κινδύνους και για τις ρωσικές δυνάμεις στην Συρία. Άραγε ποια θα ήταν η αντίδραση των ΗΠΑ αν οι Ρώσοι έπλητταν αμερικανικές δυνάμεις στην Συρία;
3. Ένας τρίτος λόγος αφορά την έλλειψή επαφών μεταξύ των δύο μερών. Στον πρώτο Ψυχρό Πόλεμο, μετά την κρίση της Κούβας το 1962 άνοιξαν δίαυλοι επικοινωνίας που διευρύνθηκαν τις επόμενες δεκαετίες και τώρα έκλεισαν. Επίσης η κυβέρνηση Τραμπ φέρεται αποφασισμένη να κλείσει στις ΗΠΑ τα ρωσικά δίκτυα RT και Sputnik.
Αν αυτό συμβεί το Κρεμλίνο θα λάβει ανάλογα μέτρα. Αποτέλεσμα όλων αυτών θα είναι η περιστολή της επικοινωνίας μεταξύ των δύο λαών, άσχετα με τη δόση προπαγάνδας που αυτή σήμερα ασκείται. Ένας βετεράνος Αμερικανός ανταποκριτής στη Μόσχα δήλωσε πως «ο έλεγχος των εξοπλισμών κρέμεται σήμερα από μια κλωστή».
Επίσης η «κατάληψη» και η έρευνα στο ρωσικό προξενείο του Σαν Φραντσίσκο πριν λίγο καιρό έπεισε, όχι απολύτως άδικα, πως κέντρα με επιρροή στην Ουάσινγκτον επιδιώκουν την πλήρη κατάρρευση των διμερών σχέσεων.
4. Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου οι Σοβιετικοί ηγέτες δεν είχαν δαιμονοποιηθεί στις ΗΠΑ από τα ΜΜΕ όπως συμβαίνει σήμερα με τον Πούτιν. Η Ρωσία και οι σχέσεις με τη Μόσχα έχουν τόσο «πουτινοποιηθεί» ως να μην υπάρχουν δεδομένα ρωσικά εθνικά συμφέροντα.
5. Την ίδια ώρα η υπόθεση της φερόμενης ρωσικής εμπλοκής στις αμερικανικές δηλητηριάζει την ατμόσφαιρα με τον Τραμπ να εμφανίζεται ως μαριονέτα της Ρωσίας, ενώ κάθε αντίθετη φωνή να παρουσιάζεται ως εξυπηρετούσα τη ρωσική προπαγάνδα. Ο Τραμπ δεν μπορεί να προχωρήσει στον όποιο συμβιβασμό με τη Μόσχα.
6. Τέλος, αντίθετα με ότι συνέβαινε κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, σήμερα στις ΗΠΑ δεν υπάρχουν φωνές κατά ενός νέου Ψυχρού Πολέμου στα ΜΜΕ ή στις τάξεις των πολιτικών. Χωρίς αντίθετες φωνές ακόμα και μια δημοκρατία μπορεί να οδηγηθεί σε λάθος απόφαση.
Πέραν των λόγων αυτών υπάρχουν πλέον νέες επικίνδυνες θεωρήσεις.
Η πρώτη αφορά τον μύθο ότι η Ρωσία είναι πολύ αδύνατη για να αντέξει σε έναν νέο Ψυχρό Πόλεμο και σταδιακά θα υποκύψει στις Βρυξέλλες ή την Ουάσινγκτον. Στη λογική αυτή οφείλεται το κύμα κυρώσεων κατά της Μόσχας από το 2014.
Αφήνοντας κατά μέρος την καταγραφόμενη ανάκαμψη της ρωσικής οικονομίας και τους τεράστιους πόρους της χώρας, πρέπει να υπογραμμιστεί πως η Ρωσία στην σύγχρονη ιστορία της ποτέ δεν συνθηκολόγησε, άσχετα πόσο καταστροφικές ήταν οι συνθήκες.
Και αντίθετα με τις προσδοκίες της Δύσης ούτε η ελίτ, ούτε ο λαός, θα σκεφτεί τώρα διαφορετικά και θα αλλάξει τη ρωσική πολιτική. Αντίθετα οι Ρώσοι, που θεωρούν υπεύθυνη τη Δύση για τον νέο Ψυχρό Πόλεμο, γνωρίζουν ότι και ο νέος Ψυχρός Πόλεμος μπορεί να διαρκέσει πολύ.
Επίσης, στο αμερικανικό κατεστημένο έχει εδραιωθεί η ιδέα ότι η Ρωσία είναι απομονωμένη. Αυτό όμως δεν ισχύει. Στον Ψυχρό Πόλεμο οι σύμμαχοι της Μόσχας ήταν απρόθυμοι. Σήμερα οι χώρες που συνδέονται με τη Ρωσία το πράττουν με τη θέλησή τους, από τις μικρές χώρες των ΒRICS μέχρι και την Κίνα.
Αντίθετα είναι η σφαίρα επιρροής των ΗΠΑ που φαίνεται να κατακερματίζεται σήμερα, όπως το Brexit και η Καταλονία αποδεικνύουν. Το δημοψήφισμα στην τελευταία ρίχνει νέο βάρος στο δημοψήφισμα του 2014 μέσω του οποίου έγινε η προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία.
Και πως μπορεί κανείς να μεταφράσει την προσέγγιση της Τουρκία, μιας χώρας μέλος του ΝΑΤΟ, με τη Ρωσία ή την πρόσφατη επίσκεψη του Σαουδάραβα βασιλιά στη Μόσχα και τις συμφωνίες για εξοπλιστικά και ενέργεια ύψους πολλών δισ. δολαρίων; Ποιος τελικά βρίσκεται σε τροχιά απομόνωσης;
Τέλος, ο ρόλος της Κίνας, της μεγάλης αναδυόμενης δύναμης, είναι καίριος. Κατά τον Ψυχρό Πόλεμο η Κίνα ήταν αντίπαλος της ΕΣΣΔ. Σήμερα είναι στενός πολιτικός, οικονομικός και ενδεχομένως στρατιωτικός εταίρος της Μόσχας. Και η πραγματικότητα αυτή μπορεί να έχει επιπτώσεις και σε άλλους δρώντες, την Ινδία, το Πακιστάν, την Ιαπωνία, ακόμα και το Αφγανιστάν.